- πλαταμώνας
- Oνομασία 2 οικισμών.
1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 700 μ.), στην πρώην επαρχία Νέστου, του νομού Καβάλας.
2. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ.), στην πρώην επαρχία Πιερίας του ομώνυμου νομού. Υπάγεται στο δήμο Ανατολικού Ολύμπου.
Το φρούριο του Πλαταμώνα στη Μακεδονία, που έχτισε ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός.
* * *ο / πλαταμών, -ῶνος, ΝΑ, δωρ. τ. πλάταμος, Ανεοελλ.βραχώδης παραλίααρχ.1. κάθε πλατύ και επίπεδο σώμα και ιδίως πλατύς λίθος2. πλατιά και ομαλή παραλία3. το πλατύ ύφαλο τμήμα βράχου τής θάλασσας4. στον πληθ. οἱ πλαταμῶνεςα) ισοπεδωμένα μικρά υψώματαβ) λατομεία5. αβαθές μέρος κοντά σε ποταμό όπου, καθώς εισρέει το νερό, σχηματίζει είδος ρηχής δεξαμενής κατάλληλης για ιχθυοτροφείο6. επίπεδος τόπος που υφίσταται πλημμύρες7. (ποιητ. τ.) η επιφάνεια τής θάλασσας, όταν αυτή είναι γαλήνια.[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ανάγεται στην ΙΕ ρίζα pltә2- (με λαρυγγικό φθόγγο) τού επιθ. πλατύς* με επίθημα -μών (πρβλ. τελα-μών). Η λ. αντιστοιχεί με αρχ. ινδ. prathiman- «έκταση, διεύρυνση» (βλ. λ. πλατύς)].
Dictionary of Greek. 2013.